Η γαστροοισοφαγική παλινδρόμηση ταλαιπωρεί το 38% των Ελλήνων, σύμφωνα με επιδημιολογική έρευνα του Ελληνικού Ιδρύματος Γαστρεντερολογίας και Διατροφής.
Τα πιο χαρακτηριστικά συμπτώματα της παλινδρόμησης είναι ο οπισθοστερνικός καύσος και τις όξινες αναγωγές γαστρικού υγρού.
Άλλα συμπτώματα που μπορεί να υποδηλώνουν παλινδρόμηση είναι ο θωρακικός πόνος και οι όξινες αναγωγές, δηλαδή όταν το όξινο περιεχόμενο του στομάχου ανεβαίνει στο στόμα και δημιουργεί μία ξινή γεύση. Επιπλέον, η γαστροοισοφαγική παλινδρόμηση προκαλεί και εξωοισοφαγικές εκδηλώσεις, όπως το βράγχος φωνής, η λαρυγγίτιδα και ο χρόνιος βήχας.
Tροφές όπως τα εσπεριδοειδή, οι χυμοί, οι σοκολάτες, τα ανθρακούχα και τα αλκοολούχα ποτά, τα ποτά που περιέχουν καφεΐνη, τα φαγητά και οι σάλτσες με βάση τη ντομάτα, οι πίτες με φύλλο, τα σιροπιαστά γλυκά, τα προϊόντα μέντας, τα πικάντικα φαγητά, το κόκκινο κρασί, το κρεμμύδι, το σκόρδο και τα πλούσια σε λιπαρά φαγητά επιδεινώνουν τα συμπτώματα της παλινδρόμησης.
«Με τον όρο "γαστροοισοφαγική παλινδρομική νόσος" εννοούμε την παλινδρόμηση όξινου και μη όξινου γαστρικού περιεχόμενου στον οισοφάγο. Ενώ το στομάχι είναι προστατευμένο από το γαστρικό οξύ, ο οισοφάγος δεν έχει καμία προστασία από τις γαστρικές εκκρίσεις, ερεθίζεται όταν έρχεται σε επαφή μ' αυτές και έτσι εμφανίζεται το κλασικό σύμπτωμα της παλινδρόμησης που είναι ο οπισθοστερνικός καύσος» εξηγεί ο καθηγητής Γαστρεντερολογίας της Ιατρικής Σχολής ΕΚΠΑ, Γεώργιος Καραμανώλης.
Σύμφωνα με τον κ. Καραμανώλη το σύμπτωμα του οπισθοστερνικού καύσου επιδεινώνεται μετά τη λήψη λιπαρών γευμάτων ή και την κατάκλιση, ενώ επιπλέον επιβαρυντικοί παράγοντες εμφάνισής του είναι η παχυσαρκία, το κάπνισμα και η κατανάλωση αλκοόλ. Το σύμπτωμα του οπισθοστερνικού καύσου έχει κλινική σημασία αν συμβαίνει τουλάχιστον 3 ημέρες την εβδομάδα για συνεχόμενο χρονικό διάστημα.
Όπως τονίζει ο κ. Καραμανώλης, περίπου το 60% των ασθενών παρουσιάζει μόνο συμπτώματα παλινδρόμησης χωρίς βλεννογονική βλάβη του οισοφάγου, ενώ περίπου το 35% εμφανίζει συμπτώματα και βλεννογονική βλάβη, που ονομάζεται οισοφαγίτιδα. Περίπου 5% των ασθενών με γαστροοισοφαγική παλινδρόμηση έχουν επιπλοκές της νόσου, όπως πεπτική στένωση ή οισοφάγο Barrett.
«Η διάγνωση της νόσου βασίζεται στην παρουσία οπισθοστερνικού καύσου με ή χωρίς όξινες αναγωγές. Η γαστροσκόπηση συνήθως δεν βοηθάει στη διάγνωση, αφού περισσότεροι από τους μισούς ασθενείς δεν έχουν οισοφαγίτιδα. Όταν όμως υπάρχουν δυσφαγία, αιμορραγία, αναιμία και απώλεια βάρους συνιστάται η γαστροσκόπηση για τον αποκλεισμό οργανικής νόσου», σημειώνει ο κ. Καραμανώλης.
Γαστροοισοφαγική παλινδρόμηση: Ποια είναι η κατάλληλη φαρμακευτική θεραπεία
Η φαρμακευτική αγωγή για την αντιμετώπιση των ασθενών με παλινδρόμηση βασίζεται στη χορήγηση αναστολέων της αντλίας πρωτονίων, οι οποίοι αναστέλλουν αποτελεσματικά την παραγωγή γαστρικού οξέος. Λαμβάνονται μία φορά την ημέρα, συνήθως το πρωί πριν το φαγητό, η δράση τους είναι γρήγορη, διαρκεί όλο το 24ώρο και θεωρούνται φάρμακα εκλογής για τη θεραπεία των συμπτωμάτων και της οισοφαγίτιδας.
Σύμφωνα με τον κ. Καραμανώλη, παρότι η φαρμακευτική θεραπεία είναι αποτελεσματική σχεδόν σε όλους τους ασθενείς, πάνω από το 75% αυτών θα επανεμφανίσουν συμπτώματα μετά τη διακοπή της αγωγής. Σε αυτούς συνιστάται χορήγηση αναστολέων της αντλίας πρωτονίων σε μακροχρόνια βάση που θεωρείται ασφαλής.
«Η χειρουργική θεραπεία συνήθως πραγματοποιείται λαπαροσκοπικά με ποσοστό επιτυχίας 90%-95%. Ωστόσο μετεγχειρητικά το 50%-60% των ασθενών ίσως χρειαστεί και πάλι αγωγή με αναστολείς αντλίας πρωτονίων, καθώς η αποτελεσματικότητα της επέμβασης μειώνεται με το χρόνο», αναφέρει ο κ. Καραμανώλης.
Μικρές αλλαγές στην καθημερινότητα βοηθούν στην αντιμετώπιση των συμπτωμάτων της γαστροοισοφαγικής παλινδρόμησης. Τέτοιες είναι η μείωση του σωματικού βάρους, η αποφυγή της κατάκλισης αμέσως μετά το φαγητό και το ανασήκωμα του προσκέφαλου του κρεβατιού.
Με πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ