Ο Χρήστος Ευαγγελίδης, Ερευνητής στο Γεωδυναμικό Ινστιτούτο του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών, χαρτογραφεί τα ενεργά ηφαιστειακά μέτωπα στην Ελλάδα.
Μέσα σε λίγους μήνες, σημειώθηκε ξανά μια ισχυρή έκρηξη στο ηφαίστειο της νοτιοδυτικής Ισλανδίας, στη χερσόνησο Ρεϊκιάνες, γεμίζοντας με λάβα την πόλη Γκρίνταβικ και πλέον, σπίτια έχουν παραδοθεί στις φλόγες.
«Για την Ισλανδία, οι ηφαιστειακές εξάρσεις και εκρήξεις είναι μια συνηθισμένη δραστηριότητα. Βρίσκεται πάνω σε δύο αποκλίνουσες λιθοσφαιρικές πλάκες, εκεί που ανοίγει και δημιουργείται νέος ωκεάνιος φλοιός. Αυτό έχει οδηγήσει στο να είναι ένα ηφαιστειακό σύμπλεγμα και να έχει σε όλο της το έδαφος πάρα πολλά ηφαίστεια, που κατά περιόδους εκρήγνουν λάβες και κάνουν μικρούς και μεγάλους σεισμούς» σχολιάζει ο Χρήστος Ευαγγελίδης, Ερευνητής στο Γεωδυναμικό Ινστιτούτο του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών και υπεύθυνος του Εθνικού Σεισμολογικού Δικτύου.
Εξηγεί ωστόσο, πως το γεωδυναμικό περιβάλλον της Ισλανδίας -που υπολογίζεται ότι τα ενεργά ηφαίστεια είναι περίπου 3.000- είναι εντελώς διαφορετικό από αυτό της Ελλάδας και οι συνεχείς εκρήξεις ηφαιστείων δεν επηρεάζουν την ηφαιστειότητα του ελληνικού χώρου.
Ποια είναι η κατάσταση στην χώρα μας
Στην χώρα μας, υπάρχουν πέντε ενεργά ηφαίστεια. «Το ελληνικό ηφαιστειακό τόξο όπως το αποκαλούμε, δημιουργείται λόγω της καταβύθισης της Αφρικανικής ηπειρωτικής πλάκας κάτω από την Ευρασιατική. Αυτό δημιουργεί μία άλλου τύπου ηφαιστειότητα. Λόγω της καταβύθισης, της υψηλής θερμοκρασίας και της πίεσης, το υλικό της λιώνει. Αυτό το λιωμένο υλικό προσπαθεί να βρει δίοδο προς τα πάνω και δημιουργεί ένα ηφαιστειακό τόξο. Περίπου 100 χλμ. πίσω από την ενεργή ζώνη καταβύθισης δηλαδή, δημιουργούνται ηφαίστεια, λόγω της ανόδου του μαγματικού υλικού.
Στον ελληνικό χώρο, το ενεργό ηφαιστειακό τόξο είναι στην ουσία ένα ημικύκλιο από το Σουσάκι της Κορινθίας, στα Μέθανα, στην Μήλο, στην Σαντορίνη και καταλήγει στη Νίσυρο. Κάθε ηφαίστειο από αυτά έχει διαφορετικό χαρακτήρα και ταυτότητα» εξηγεί ο κ. Ευαγγελίδης.
Πέντε ενεργά ηφαίστεια διαφορετικής δυναμικής και επικινδυνότητας
Τα ηφαιστειακά κέντρα της Σαντορίνης και της Νισύρου είναι αυτά που έχουν το μεγαλύτερο δυναμικό, επισημαίνει ο κ. Ευαγγελίδης και δίνει το παράδειγμα πως «Στα Μέθανα, το ηφαίστειο έχει δυναμικό αλλά οι ηφαιστειακές εξάρσεις είναι πιο ήπιες. Ακόμα και αν υπάρξει ηφαιστειακή έκρηξη στα Μέθανα θα έχουμε μια ηφαιστειακή έκρηξη τύπου έκχυσης λάβας και δημιουργίας ηφαιστειακών δόμων αργά-αργά. Κάποια πιθανή έκρηξη στην Σαντορίνη ή στην Νίσυρο, μπορεί να είναι εκρηκτικού χαρακτήρα, όπως αυτές που βλέπουμε στην Ισλανδία».
Αυτό που πρέπει να αποσαφηνιστεί είναι πως μια ηφαιστειακή έκρηξη δεν γίνεται από την μία μέρα στην άλλη. «Τα ηφαίστεια προειδοποιούν πριν κάνουν κάτι. Δεν είναι σαν τους σεισμούς» εξηγεί ο κ. Ευαγγελίδης και προσθέτει πως «τα ηφαίστεια δεν σκάνε ξαφνικά. Αρχίζουν σιγά σιγά μια δραστηριότητα, η οποία μπορεί να διαρκέσει από εβδομάδες μέχρι χρόνια»
Για αυτό τονίζει πως πάνω σε όλα τα ηφαίστεια, η πολιτεία και οι ερευνητικοί φορείς οφείλουν να υπάρχουν μετρητικά δίκτυα, δίκτυα σεισμογράφων και γεοχημικά όργανα που μετράνε την χημική σύσταση των ρευστών και των αερίων, ούτως ώστε με μια διαρκή και συνεχή παρακολούθηση όλων αυτών των μετρητικών δικτύων, θα μπορούμε να γνωρίζουμε ποια είναι η κατάσταση καθώς και αν επίκειται κάποια ηφαιστειακή έξαρση.
Υπάρχουν συστήματα παρακολούθησης για κάθε ενεργό ηφαίστειο στην χώρα μας;
Στον ελληνικό χώρο, ο κ. Ευαγγελίδης αναφέρει πως όλα τα ηφαίστεια έχουν εξοπλισμό. Ωστόσο προειδοποιεί ότι «το πρόβλημα που υπάρχει πάντα στην Ελλάδα, όχι μόνο για την παρακολούθηση των ηφαιστείων αλλά και στην σεισμολογική παρακολούθηση, δεν είναι το αν βάζουμε πάνω στα ηφαίστεια τα απαραίτητα συστήματα αλλά το πώς τα συντηρούμε. Δυστυχώς, δεν είναι πάντα αυτονόητο αυτό και δεν είναι συνεχόμενη η χρηματοδότηση για την λειτουργία αυτών των δικτύων. Πολλές φορές σημειώνονται βλάβες και αστοχίες. Πρέπει να υπάρχει μια σταθερή χρηματοδότηση των σεισμολογικών δικτύων σε όλη την χώρα και των μετρητικών δικτύων.
«Κάνουμε κινήσεις για να αποκτήσουμε μια σταθερή χρηματοδότηση. Σε εθνικό επίπεδο, και για εμάς ως Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών, που έχουμε την μεγαλύτερη υποδομή αλλά και για τους υπόλοιπους πανεπιστημιακούς φορείς που έχουν κάποια υποδομή σε ορισμένα ηφαίστεια του ελληνικού χώρου, η χρηματοδότηση πάντα προέρχεται από τα λεγόμενα soft money, δηλαδή από ανταγωνιστικά προγράμματα έρευνας.Δεν υπάρχει κάτι σταθερό.
Σε άλλα μέρη της Ευρώπης και του κόσμου, δεν γίνεται έτσι. Υπάρχει μια σταθερή χρηματοδότηση για την συντήρηση του εξοπλισμού και της υποδομής. Οι ερευνητές και οι πανεπιστημιακοί μπορούν να κάνουν ελεύθερα οποιαδήποτε έρευνα επιθυμούν, και στη συνέχεια να την χρηματοδοτούν μέσω ανταγωνιστικών ερευνητικών προγραμμάτων. Αλλά η υποδομή αυτή καθ αυτή, χρηματοδοτείται από το κράτος».
Η σχέση του γεωλογικού χρόνου με τον ανθρώπινο
Ο ερευνητής μάλιστα αποσαφηνίζει την έννοια του χρόνου, μια και ο γεωλογικός χρόνος με αυτόν που αντιλαμβανόμαστε στην καθημερινότητά μας, διαφέρει. «Ο γεωλογικός χρόνος, είναι διαφορετικός από τον ανθρώπινο. Όταν λέμε σύντομα στον γεωλογικό χρόνο, μπορεί να εννοούμε πάνω από 100 χρόνια και να έχουν περάσει τρεις γενιές. Λέμε για παράδειγμα ότι τα Μέθανα είναι ένα ενεργό ηφαίστειο, γιατί η τελευταία έκρηξη είχε γίνει προ Χριστού. Αλλά ο χρόνος μετράει διαφορετικά από ότι στην πραγματική ζωή».
Ποια είναι τα πορίσματα από την παρακολούθηση των ενεργών ηφαιστείων στην Ελλάδα;
Στο πλαίσιο του Οργανισμού Αντισεισμικού Σχεδιασμού και Προστασίας (ΟΑΣΠ), που είναι ο αρμόδιος φορέας για τον σχεδιασμό και την αποτελεσματική εφαρμογή της αντισεισμικής πολιτικής της χώρας, θεσμοθετήθηκε πριν από ένα χρόνο η επιτροπή εκτίμησης του Ηφαιστειακού Κινδύνου. Σε περίπτωση κάποιας ενδεχόμενης ηφαιστειακής έκρηξης, αυτή η επιτροπή συνεδριάζει, βγάζει τα συμπεράσματά της και συμβουλεύει την πολιτική ηγεσία και τους κρατικούς φορείς.
«Αυτή τη στιγμή, δεν θα έλεγα ότι υπάρχει κάτι ανησυχητικό. Δεν βρισκόμαστε σε κάποια ηφαιστειακή έξαρση. Η τελευταία ήταν το 2011-2012 στη Σαντορίνη. Έκτοτε δεν έχουμε κάτι. Εμείς παρακολουθούμε συνεχόμενα όλα τα ηφαιστειακά κέντρα και την μικροσεισμική δραστηριότητα που μπορεί να παράγεται από αυτά, ώστε να είμαστε έτοιμοι αν κάτι ξεκινήσει, να το διακρίνουμε πολύ γρήγορα και να βγάλουμε τα συμπεράσματά μας και να δώσουμε τις ανάλογες κατευθύνσεις στην πολιτεία».
Πώς θα υπάρχει καλύτερη παρακολούθηση των ηφαιστείων;
Από την επιστημονική κοινότητα, πάντα υπάρχουν προτάσεις για την βελτιστοποίηση των συνθηκών. «Αυτό που προτείνουμε είναι να πυκνώσει η υποδομή και τα μετρητικά δίκτυα. Την ίδια ώρα, τα συστήματα αυτά είναι απαραίτητο να συντηρούνται επαρκώς. Αυτό που επιδιώκουμε να έχουμε σε κάθε ηφαίστειο είναι ένα ξεχωριστό ηφαιστειακό παρατηρητήριο, το οποίο θα μπορεί να αναλύει και να συνδυάζει όλα τα δεδομένα, προσπαθώντας να βγάλει συμπεράσματα για το υπόβαθρο του κάθε ηφαιστείου.
Η πολιτεία οφείλει να χρηματοδοτεί σταθερά τα μετρητικά δίκτυα επάνω στα ηφαίστεια, γιατί είναι ενεργά. Δεν χρειάζεται για να πάρουμε τα κατάλληλα μέτρα να γίνει μια τραγική έκρηξη, που θα φέρει μια τεράστια καταστροφή. Μια έκρηξη, ακόμα και μικρής κλίμακας μπορεί να έχει σοβαρές οικονομικές επιπτώσεις. Δεν χρειάζεται να σκεφτόμαστε με ένα σενάριο απόλυτης καταστροφής. Ακόμα και κάτι μικρό, μπορεί να επηρεάσει την τοπική κοινωνία, την οικονομία και τον τουρισμό. Η ηφαιστειακή δραστηριότητα, δεν είναι κάτι που μπορούμε εμείς οι άνθρωποι ούτε να αλλάξουμε, ούτε να παρέμβουμε. Αλλά εάν την παρακολουθούμε επαρκώς, μπορούμε να ξέρουμε τι έρχεται και να προετοιμάζουμε αντίστοιχα σχέδια αντιμετώπισης».