Ανακάλυψαν ότι η παυσίπονη δράση του οφείλεται στο ότι προκαλεί την έκκριση αναλγητικών ουσιών
Οβελονισμός είναι μια πανάρχαια κινεζική θεραπευτική πρακτική στην οποία καταφεύγουν τα τελευταία χρόνια όλο και περισσότεροι άνθρωποι και στη Δύση επειδή έχουν απογοητευθεί από τις μεθόδους της δυτικής ιατρικής.
Η εξαιρετική αποτελεσματικότητά του ιδιαίτερα όσον αφορά την εξάλειψη του πόνου τον καθιστά μάλιστα μια από τις πλέον διαδεδομένες «εναλλακτικές» θεραπείες αντιμετώπισης των ασθενειών που συνοδεύονται από έντονους και χρόνιους πόνους, όπως η αυχεναλγία, η οσφυαλγία-ισχιαλγία, η τενοντίτιδα, η αρθραλγία, η κεφαλαλγία-ημικρανία, η νευραλγία, η δυσμηνόρροια, διάφορες αναπνευστικές ...
παθήσεις όπως το άσθμα ή η βρογχίτιδα, αλλά και γαστρεντερικές όπως η γαστρίτιδα ή η κολίτιδα.Ομως, παρά την ολοφάνερη αποτελεσματικότητά του στην αντιμετώπιση ορισμένων παθήσεων, ο βελονισμός εξακολουθεί να αντιμετωπίζεται με δυσπιστία από μεγάλη μερίδα δυτικών επιστημόνων. Αυτό συμβαίνει συνήθως επειδή αδυνατούν να εξηγήσουν με επιστημονικούς όρους τα ευεργετικά του αποτελέσματα στον ανθρώπινο οργανισμό, αποτελέσματα που, όποτε τα διαπιστώνουν, οι δυτικοί γιατροί τείνουν να τα αποδίδουν στο λεγόμενο «φαινόμενο placebo». Υποστηρίζουν δηλαδή ότι η ίαση δεν επέρχεται από τη συγκεκριμένη θεραπευτική πρακτική αλλά από την ικανότητα των ίδιων των ασθενών να αναπτύσσουν αυτοθεραπευτικές δυνάμεις μέσω αυθυποβολής.
Ομως πρόσφατα ερευνητικά ευρήματα έρχονται να διαψεύσουν αυτή τη «βολική» αλλά εσφαλμένη στάση που απορρίπτει συλλήβδην τον βελονισμό. Ομάδα επιστημόνων από το Ιατρικό Κέντρο του Πανεπιστημίου του Ρότσεστερ, στη Νέα Υόρκη, με επικεφαλής τον νευροβιολόγο Maiken Nedergaard, σε σχετική μελέτη τους που δημοσιεύτηκε στο επιστημονικό περιοδικό «Nature Neuro science», υποστηρίζουν ότι η ανακούφιση από τον πόνο που παρέχει η πρακτική του βελονισμού οφείλεται στο γεγονός ότι η στοχευμένη εισαγωγή βελονών στο δέρμα προκαλεί την έκκριση ενδογενών ουσιών ικανών να κατευνάζουν ή και να εξαλείφουν τα αισθήματα έντονου πόνου.
Εφαρμόζοντας βελονισμό σε ποντίκια του εργαστηρίου, οι επιστήμονες ανακάλυψαν ότι ο οργανισμός τους παρήγε ένα φυσικό αναλγητικό, και συγκριμένα την ουσία αδενοσίνη. Η αδενοσίνη είναι μία από τις βασικές νουκλεοτιδικές μονάδες που συγκροτούν τα νουκλεϊκά οξέα, DNA και RNA. Αυτό το νουκλεοτίδιο έχει αποδειχθεί ότι παίζει σημαντικό ρόλο στη λειτουργία του μεταβολισμού, καθώς εμπλέκεται στον μηχανισμό ρύθμισης της κούρασης και της νύστας. Είναι επίσης γνωστή η επίδραση της αδενοσίνης στην καρδιακή λειτουργία καθώς και η αντιφλεγμονώδης δράση της.
Οι ερευνητές προκάλεσαν τεχνητά πόνο στο πόδι των ποντικών εγχέοντας μια χημική ουσία που προκαλεί φλεγμονή. Στα μισά από τα ποντίκια που συμμετείχαν στο πείραμα αφαίρεσαν το γονίδιο που ευθύνεται για τη δημιουργία των υποδοχέων αδενοσίνης, οι οποίοι βρίσκονται διάσπαρτοι πάνω στα περισσότερα βασικά νεύρα. Κατόπιν εισήγαγαν λεπτές βελόνες στα σημεία, ή «μεσημβρινούς», που, σύμφωνα με τη βελονιστική θεωρία, «ελέγχουν» την «ενεργειακή ροή» στο πονεμένο μέλος. Για να μετρήσουν την αποτελεσματικότητα του βελονισμού, μέτρησαν πόσο γρήγορα κάθε ποντίκι τραβούσε το πονεμένο πόδι του κάθε φορά που ερχόταν σε επαφή με ένα οξύ εξωτερικό ερέθισμα, όπως μια αγκαθωτή βούρτσα. Οσο πιο πολύ πονούσε το ποντίκι τόσο πιο γρήγορα τραβούσε το πόδι του.
Διαπίστωσαν λοιπόν ότι στα φυσιολογικά ποντίκια ο βελονισμός κατάφερε να μειώσει τον πόνο κατά τα δύο τρίτα. Αντίθετα, καμία ανακούφιση δεν παρατηρήθηκε στα γενετικά τροποποιημένα ποντίκια, που τους είχε αφαιρεθεί το γονίδιο για τους υποδοχείς αδενοσίνης. Χωρίς υποδοχείς αδενοσίνης, η απελευθέρωση της ουσίας αυτής δεν είχε κανένα αναλγητικό αποτέλεσμα.
Επίσης, διαπίστωσαν ότι ο βελονισμός είχε αποτελέσματα μόνο εφόσον περιέστρεφαν τις βελόνες. Σύμφωνα με τον Nedergaard, αυτό σημαίνει ότι η περιστροφή προκαλεί στα κύτταρα του δέρματος τόση ακριβώς βλάβη όση χρειάζεται για να πυροδοτηθεί ο μηχανισμός έκκρισης αδενοσίνης. Αλλά και οι εργαστηριακές εξετάσεις των πειραματόζωων που είχαν υποβληθεί σε βελονισμό έδειξαν σαφώς ότι παρατηρείται μια θεαματική αύξηση -κατά 24 φορές- των τιμών της αδενοσίνης στους ιστούς γύρω από τις βελόνες κατά τη διάρκεια και αμέσως μετά από μια βελονιστική συνεδρία.
Η έρευνα του Nedergaard και της ομάδας του έρχεται να ρίξει φως και σε ένα άλλο αναπάντητο μέχρι σήμερα ερώτημα που αφορά τη βελονιστική «χαρτογράφηση»: γιατί ο βελονισμός αποδίδει μόνο όταν οι βελόνες τοποθετηθούν σε συγκεκριμένα σημεία; Κατά τον Nedergaard, οι βελονιστικοί «κόμβοι» βρίσκονται πάνω στις βασικές νευρικές οδούς, που βρίθουν από υποδοχείς αδενοσίνης.
Επίσης, οι ερευνητές έδειξαν ότι η παυσίπονη δράση του βελονισμού μπορεί να ενισχυθεί αν συνδυαστεί με τη χορήγηση δεοξυκοφορμυκίνης, ενός φαρμάκου που χρησιμοποιείται για τη θεραπεία ορισμένων μορφών καρκίνου, όπως η λευχαιμία. Η ουσία αυτή έχει την ιδιότητα να παρατείνει τη δράση της αδενοσίνης στους ιστούς, πολλαπλασιάζοντας έτσι σημαντικά την αναλγητική επίδραση του βελονισμού.
Τα συμπεράσματα της έρευνας, μολονότι αναφέρονται σε πειραματόζωα, φαίνεται να ανατρέπουν τη διαδεδομένη άποψη ότι ο βελονισμός είναι ψευδοθεραπεία, που απλώς πείθει τον ασθενή ότι έχει θεραπευτεί διά της αυθυποβολής, όπως κάνουν τα αδρανή ψευδοσκευάσματα (placebo drugs) που χρησιμοποιούνται στην ιατρική έρευνα.
Στην Ελλάδα ο βελονισμός αναγνωρίστηκε επίσημα από το υπουργείο Υγείας ως ιατρική πράξη το 1980 και η άσκησή του επιτρέπεται μόνο σε αδειούχους γιατρούς. Σήμερα υπάρχουν πάνω από 800 αδειούχοι ειδικευμένοι γιατροί βελονιστές σε όλη την επικράτεια και τρεις ιατρικές εταιρείες βελονισμού, ενώ στη Θεσσαλονίκη λειτουργεί Ερευνητικό Μετεκπαιδευτικό Ινστιτούτο Βελονισμού, όπου κάθε χρόνο πραγματοποιούνται μετεκπαιδευτικά σεμινάρια. *
enet/ M.A.R.C-review